ΠΟΡΤΟΚΑΛΙ ΤΟΥ ΚΟΥΤΑΛΙΟΥ. PRESERVED ORANGES IN SYRUP.


Τα λαμπερά χρυσοκίτρινα ρολάκια με το άρωμα των μήλων των Εσπερίδων είναι σίγουρα ένα γλυκό από το παρελθόν.
Στο παρελθόν ανήκουν και τα σκεύη σερβιρίσματος των γλυκών κουταλιού με πρώτο το μουσειακό πια είδος μπολ με τα κουταλάκια γύρω γύρω που είχε και το ειδικό πρωτόκολλο για να κεραστείς  το γλυκό σου. Έπαιρνες το ποτήρι, βουτούσες με ένα από τα κουταλάκια μέσα στο μπολ έπαιρνες όσο γλυκό χωρούσε το κουταλάκι, το μετέφερες επάνω από το ποτήρι και το έτρωγες. Στη συνέχεια έβαζες το κουταλάκι μέσα στο ποτήρι και το έδινες πίσω στην υπομονετική οικοδέσποινα η οποία περίμενε υπομονετικά να σερβιριστείς, να ευχηθείς, να καταπιείς, να πεις το νερό σου και να επαινέσεις φυσικά τις ζαχαροπλαστικές της ικανότητες.
Και ύστερα ήρθαν τα πιατάκια, πορσελάνινα, γυάλινα, ακόμη και κρυστάλλινα σε κάποια αστικά σπίτια. Μικρά σκαλιστά ή απλά κουταλάκια είναι το ιδανικό μέσον για να απολαύσεις το γλυκό σου μαζί με το υπέροχο αρωματικό σιρόπι του.
Τα πιατάκια απαιτούσαν και τους αντίστοιχους δίσκους, συνήθως από αστραφτερό ανοξείδωτο υλικό, ή και γυάλινα, έχω ένα στο μπουφέ βαρύ και ασήκωτο.
Οι δίσκοι απαιτούσαν και το λεπτεπίλεπτο χειροποίητο σεμεδάκι, κατά προτίμηση σε λευκό χρώμα πλεγμένο με λεπτό τσιγκελάκι και απαραιτήτως κολλαρισμένο με την ειδική κόλλα, τα σπρέι ήρθαν πολύ αργότερα.
Τώρα βέβαια όλες οι συνθήκες είναι πιο πρακτικές και πιο φιλικές.
Δε θα υπερβάλλω με παροτρύνσεις του τύπου ότι είναι η πιο επιτυχημένη συνταγή ή ότι το γλυκό είναι εύκολο, χρειάζεται μία πρώτη φορά για να δοκιμάσεις τις τεχνικές σου και την επόμενη φορά να τις βελτιώσεις μέχρι να βρεις την ισορροπία στο σιρόπι αλλά και στην υφή του γλυκού. Οι φωτογραφίες είναι αρκετά κατατοπιστικές και μαζί με την περιγραφή της εκτέλεσης θα τα καταφέρετε.


6 μεγάλα πορτοκάλια από τα οποία θα βγάλω 550γρ φλούδες καθαρές χωρίς ψίχα
1500γρ ζάχαρη
750γρ νερό
μία κουταλιά λεμόνι
Βάζα και καπάκια αποστειρωμένα

Διαλέγω πορτοκάλια μεγάλα αλλά όχι πολύ χοντρόφλουδα και προσέχω το σχήμα τους να είναι ελαφρώς στενόμακρο.
Πλένω καλά τα πορτοκάλια και τα ξύνω με τις μικρές τρύπες του τρίφτη.
Κρατάω το ξύσμα για άλλες χρήσεις, αποξηραίνοντας το πάνω σε ένα λαδόχαρτο.
Πλένω καλά τα ξυσμένα πορτοκάλια και κόβω μία ροδέλα από τις δύο άκρες. Χαράζω σταυρωτά στην κορυφή το πορτοκάλι, κόβω με το μαχαίρι μέχρι κάτω σχηματίζοντας τέσσερις στενόμακρες φλούδες. Με τον αντίχειρά μου βγάζω την κάθε φλούδα αργά αργά, προσέχοντας να μη μου σπάσουν.
Στη συνέχεια:
Κόβω τις κάτω άκρες από τις φλούδες αν είναι στραβές.
Επειδή κάποιο πορτοκάλι μπορεί να είναι πιο χοντρόφλουδο αφαιρώ λίγο από την άσπρη σάρκα του.
Τυλίγω την κάθε φλούδα από το στενό προς το πλατύ μέρος και στερεώνω με μία οδοντογλυφίδα. Μπήγω και μία δεύτερη οδοντογλυφίδα αν ξετυλίγεται εύκολα.
Ζεσταίνω νερό σε δύο κατσαρόλες παράλληλα για να μη χάνω χρόνο.
Μόλις πάρει βράση το νερό, βάζω μέσα προσεκτικά τις φλούδες και τις βράζω για 5 ΄. Στραγγίζω προσεκτικά, πάντα, τις φλούδες και τις βάζω στη 2η κατσαρόλα να βράσουν για 2η φορά
Στραγγίζω και πάλι τις φλούδες και τις βάζω να βράσουν για 3η φορά για 5΄.
Στραγγίζω και κόβω ένα μικρό κομματάκι για να δω αν ξεπίκρισαν και αν μαλάκωσαν.
Αν μου αρέσει η γεύση τους τα αφήνω στο στραγγιστήρι να βγάλουν τα ζουμάκια τους και μετά από 30΄αφαιρώ τις οδοντογλυφίδες και τις αφήνω για ακόμη 30΄.
Ζυγίζω τις φλούδες και υπολογίζω τριπλάσια περίπου ποσότητα ζάχαρης, διότι τα ρολάκια πρέπει να σκεπάζονται από το σιρόπι επειδή έχουν αρκετό όγκο.
Βράζω τη ζάχαρη με το νερό για 5΄.
Προσθέτω τις φλούδες και βράζω για 15΄.
Προσθέτω το χυμό του λεμονιού και αφήνω τις φλούδες μέσα στο σιρόπι για 2-3 ώρες.
Ελέγχω το δέσιμο του σιροπιού. Αν είναι σαν αραιό μέλι δε χρειάζεται ξανά βράσιμο, αν όμως γίνει νερουλό, τότε θα πρέπει να βράσει ξανά.
Αποστειρώνω τα βαζάκια στο προθερμασμένο φούρνο στους 140ο για 20΄. Γεμίζω τα βαζάκια με τα ρολάκια τα σκεπάζω με το σιρόπι και τα κλείνω καλά.
Και κάτι ακόμη.
Αν διαβάσετε ή σας πουν για το ότι τα βρασμένα πορτοκάλια πρέπει να μείνουν ένα 24ωρο, αυτό ισχύει για φλούδες μαζί με την ψίχα τους που βγάζουν παραπάνω χυμούς οι οποίοι νερώνουν το σιρόπι, το οποίο πρέπει να δέσει ξανά.