ΚΟΝΤΡΑ ΜΟΣΧΑΡΙΣΙΑ ΣΤΗ ΛΑΔΟΚΟΛΑ, ΜΕ ΚΡΕΜΑ ΡΕΒΙΘΙΟΥ ΚΑΙ ΜΑΥΡΕΣ ΣΤΑΦΙΔΕΣ. RIB EYE STEAK WITH CHICKPEAS CREAM AND BLACK RAISINS.




:


Απ’ το τσαμπί σου κρέμεται, γλυκιά μου μαυρομάτα, το έθνος
Σένα θρέφουμε μονάκριβη ελπίδα
χλωρή, όσο ξεραίνεσαι, συ κάνεις την πατρίδα,
είν’ από σένα τάλαρο τ’ αλώνια μας γεμάτα,

μικρή, γλυκομελάχρινη, κοπέλα μου σταφίδα!


Κλεάνθης Τριανταφύλλου (1850-1889), εκδότης της εφημερίδας Ραμπαγάς

Η ιστορία της παραγωγής της σταφίδας έχει γράψει λαμπρές αλλά και μελανές σελίδες στο βιβλίο της ελληνικής ιστορίας.. Η φυλλοξήρα που έπληξε τα γαλλικά αμπέλια στη δεκαετία του 1880, αύξησε τη ζήτηση της πελοποννησιακής σταφίδας με την οποία οι οινοπαραγωγοί της Γαλλίας αναπλήρωναν τις απώλειές τους. Αποτέλεσμα της γαλλικής κρίσης ήταν η παραγωγή της σταφίδας να αποτελεί μία από τις βασικότερες εξαγωγές της χώρας και να αποδίδει αξιόλογα κέρδη, τάλαρα όπως αναφέρει ο παραπάνω στίχος.
Όμως όπως γίνεται μέχρι και σήμερα, η χωρίς στρατηγική, επέκταση των σταφιδαμπελώνων οδήγησε στην καταστροφή. Οι γαλλικοί αμπελώνες ανέκαμψαν και η ζήτηση της ελληνικής σταφίδας έπεσε κατακόρυφα. Μόνο οι Άγγλοι αγόραζαν σταθερά την σταφίδα για τη ζαχαροπλαστική τους αλλά τα έσοδα ήταν ελάχιστα. Χιλιάδες αγρότες της Πελοποννήσου καταστράφηκαν οικονομικά. «Προλάβετε οι αρμόδιοι τα περαιτέρω διότι το πολύ της θλίψεως γεννά παραφροσύνην, η δε λαϊκή παραφροσύνη εμφυλίους πολέμους…» γράφει η εφημερίδα «Ακρόπολις» το 1893 αναφερόμενη στο πλήθος των πτωχεύσεων και των πλειστηριασμών. Η γενικότερη κατάσταση ονομάστηκε σταφιδικό ζήτημα και επηρέασε σημαντικά την ελληνική οικονομία, αλλά και κοινωνία. Οι απελπισμένοι φτωχοί αγρότες πουλήσανε ότι είχαν και δεν είχαν, σπίτια, χωράφια, αμπέλια αγόρασαν ένα πολύτιμο εισιτήριο και μετανάστευσαν. Στο Σικάγο, στη Βοστώνη, στη Γιούτα και σε άλλες πόλεις της Αμερικής έφταναν με τα καράβια πάνω από 180.000 Έλληνες στη συντριπτική τους πλειοψηφία άνδρες μεταξύ 20 και 45 ετών και άρχισαν να εργάζονται σκληρά ελπίζοντας μάταια, ότι θα επιστρέψουν στη γλυκιά πατρίδα.
Πίσω στην πατρίδα, συλλαλητήρια, ψηφίσματα και αναφορές προς την κυβέρνηση, μαρτυρούν την έξοδο των αγροτών από την παθητικότητα και την είσοδο σε μια νέα περίοδο, καθώς σβήνει ο 19ος αιώνας και αρχίζει πραγματικά ο 20ός αιώνας. Η εφημερίδα «Άστυ» το 1895 κάνει λόγο για «νέο Πελοποννησιακό πόλεμο». Δυστυχώς λύση δε βρισκόταν οι σοδιές απούλητης σταφίδας σωρεύονταν όλο και πιο απειλητικά, με αποτέλεσμα οι σταφιδοπαραγωγοί πληθυσμοί να βρίσκονται σε συνεχή αναβρασμό. Η εφημερίδα των Καλαμών «Καθημερινή» ανέφερε το 1899 ότι «το σταφιδικό ζήτημα ομοίαζε με το γλωσσικό επειδή και τα δύο παρέμεναν άλυτα».  Εν τω μεταξύ οι μετανάστες δε σταματούσαν να εγκαταλείπουν τις εστίες τους και το σταφιδικό ζήτημα άρχισε να χάνει την οξύτητά του γιατί ένα άλλο ζήτημα άρχισε να οξύνεται: η αστυφιλία.
Πηγή: https://greekraisins.wordpress.com

Πάντα με συγκινεί η ελληνική ιστορία κατάγομαι και εγώ από γονείς μετανάστες, με τη διαφορά ότι οι δικοί μου γονείς ευτύχησαν να γυρίσουν στην πατρίδα τους.
Την πολύτιμη μαύρη σταφίδα θα τιμήσω σήμερα, πλούσια σε γεύση, υπερτροφή, πλούσια σε στοιχεία, ελληνικής παραγωγής και με πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία στις μικρές της πλάτες.

Κυριακάτικο ψητό, κρέμα ρεβιθιού και μία σάλτσα ροζέ κρασιού με γλυκές μαύρες σταφίδες. Η κρέμα ρεβιθιού είναι απλά αλεσμένα βρασμένα ρεβίθια με το ζωμό τους, δεν είναι χούμους, ούτε πουρέ.
Για δύο άτομα
2 κόντρα μπριζόλες με το κοκαλάκι τους, περίπου 300γρ η μία
½ φλιτζάνι μαύρες σταφίδες
½ φλιτζάνι ροζέ κρασί
1 μεγάλη σκελίδα σκόρδο ή 2 μικρές
λίγα κλαδάκια δενδρολίβανου
2 κουταλιές ελαιόλαδο
αλάτι, μαύρο πιπέρι
για τα ρεβίθια
1 φλιτζάνι ρεβίθια
1 κρεμμύδι
1 μικρή καρδιά ρίζα σέλινου (αυτή με τα φύλλα όχι σελινόριζα εισαγόμενη)
2 κουταλιές ελαιόλαδο
αλάτι, μαύρο πιπέρι

Φουσκώνω με τον γρήγορο τρόπο τα ρεβίθια. Βάζω τα ρεβίθια στη χύτρα και αφού σφυρίξει η χύτρα, τα αφήνω να βράσουν για ένα λεπτό και κλείνω τη θερμοκρασία. Περιμένω δύο ώρες, στραγγίζω τα ρεβίθια προσθέτω νέο νερό, το ελαιόλαδο, αλάτι, πιπέρι, το κρεμμύδι καθαρισμένο ολόκληρο και την ριζούλα καθαρισμένη. Βράζω τα ρεβίθια για 30΄. Στραγγίζω τα ρεβίθια και τα αλέθω στον μεγάλο πολυκόφτη μου, για να αποκτήσουν πιο απαλή υφή προσθέτω και ένα φλιτζάνι από το νόστιμο ζωμό τους. Αν θέλετε μπορείτε να το αραιώσετε με λίγη κρέμα γάλακτος. Για μία τέλεια υφή μπορεί να περάσει η κρέμα από μία μεγάλη σίτα.
Παράλληλα ετοιμάζω τις μπριζολίτσες αφού τις πλύνω καλά.
Μαρινάρω το κρέας με το δενδρολίβανο και το κρασί για καμμιά ώρα.
Κόβω δύο κομμάτια λαδόχαρτου, βάζω πρώτα τις σταφίδες και κάποια δενδρολίβανα και ακουμπώ επάνω τα κομμάτια του κρέατος. Πιέζω την σκελίδα με την πρέσα σκόρδου και αλείφω τα κρέατα. Προσθέτω αλάτι και πιπέρι, τα υπόλοιπα δενδρολίβανα, το ελαιόλαδο και κλείνω τα λαδόχαρτα.
Ψήνω σε προθερμασμένο φούρνο στους 200ο για 30΄. Βγάζω το λαδόχαρτο μετά τη μισή ώρα και στραγγίζω το ζωμό σε μικρό κατσαρολάκι. Αφαιρώ προσεκτικά από τα κρέατα τα δενδρολίβανα και τις σταφίδες. Βάζω τις σταφίδες να βράσουν μαζί με τα ζουμάκια του κρέατος και ένα φλιτζάνι από το ζωμό του βρασίματος των ρεβιθιών, μέχρι να πυκνώσουν ελαφρά.
Σερβίρω τις μπριζολίτσες με την κρέμα.















ουπς. έβαλα τα γυαλιά και είδα ένα κοτσανάκι